- πυροῦσθαι
- πυρόωburn with firepres inf mp
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
First Epistle to the Corinthians — This article is about the book in the New Testament of the Bible. For the Brazilian football (soccer) team, see Sport Club Corinthians Paulista. For other uses, see Corinthian. Books of the New Testament … Wikipedia
πυρώνω — πυρῶ, όω, ΝΜΑ [πῡρ] 1. πυρακτώνω 2. ζεσταίνω, θερμαίνω κάτι στη φωτιά νεοελλ. 1. (αμτβ.) α) (για πράγμα) πυρακτώνομαι («πύρωσε το σίδερο») β) (για πρόσ. και πράγμα) ζεσταίνομαι πολύ, κορώνω («καθόμουν πολύ ώρα δίπλα στο τζάκι και πύρωσα») γ) μτφ … Dictionary of Greek
σταθεύω — Α 1. θερμαίνω, ψήνω, τηγανίζω, καψαλίζω (α. «τὰς σηπίας στάθευε», Αριστοφ.) 2. (κατά τον Ησύχ.) «σταθεύειν πυροῡσθαι και τὸ ὀπτῆσαι». [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Προβληματική είναι η σύνδεση τού ρ. με το συνώνυμο εὔω «φλογίζω»] … Dictionary of Greek